Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ένωσης τερμάτισαν και επισήμως την αμφιλεγόμενη προσωρινή συμφωνία διαβίβασης των τραπεζικών δεδομένων των πολιτών της ΕΕ στις ΗΠΑ μέσω του συστήματος SWIFT. Το ΕΚ απέρριψε τη συμφωνία στις 11 Φεβρουαρίου θεωρώντας ότι δεν εγγυάται επαρκώς την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και των προσωπικών δεδομένων των Ευρωπαίων.
Η SWIFT είναι ιδιωτική εταιρία με παρουσία σε 208 χώρες, η οποία διαχειρίζεται το 80% των ηλεκτρονικών εμβασμάτων παγκοσμίως. Μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, οι ΗΠΑ απαίτησαν δικαστικά πρόσβαση στις συναλλαγές, μέσω του προγράμματος αντιμετώπισης της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (TFTP) του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών, με στόχο τον εντοπισμό των κινήσεων κεφαλαίων για τη χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων.
Τα αρχεία της SWIFT για την Ευρώπη την εποχή εκείνη διατηρούνταν στην Ολλανδία αλλά με φύλαξη αντιγράφου, για λόγους ασφαλείας και σε βάση δεδομένων στις ΗΠΑ. Όμως το 2009, η εταιρία εγκαινίασε δεύτερο ευρωπαϊκό κέντρο φύλαξης των στοιχείων στην Ελβετία, κάτι που σημαίνει ότι τα στοιχεία από την ΕΕ δεν θα φυλάσσονται πλέον και στις ΗΠΑ. Αυτό με τη σειρά του κατέστησε υποχρεωτική τη σύναψη νέας συμφωνίας μεταξύ της αμερικανικής κυβέρνησης και της ΕΕ, εκπροσωπούμενης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο Υπουργών.
Για το ΕΚ, οι διάφορες αρχές πρέπει να κάνουν χρήση των στοιχείων αυτών για έναν και μόνο σκοπό, που είναι η καταπολέμηση της τρομοκρατίας και σε κάθε περίπτωση η χρήση τους πρέπει να εξισορροπεί την προστασία της ασφάλειας των πολιτών με την προστασία των πολιτικών ελευθεριών. Στη συζήτηση που έγινε οι ευρωβουλευτές επεσήμαναν ότι το ΕΚ δεν είχε καμία εμπλοκή ούτε και ενημερώθηκε ποτέ επισήμως για τις διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ.
Επέκριναν δε δριμύτατα με ψήφισμά τους, την απόφαση του Συμβουλίου να υπογράψει τη συμφωνία την παραμονή της έναρξης της ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία παρέχει στο ΕΚ πλήρεις αρμοδιότητες συναπόφασης σε τέτοια ζητήματα. Ζήτησαν έτσι με το ίδιο ψήφισμα από το Συμβούλιο να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη νέας, μακροχρόνιας συμφωνίας με την αμερικανική πλευρά, η οποία να σέβεται πλήρως και τη Συνθήκη της Λισαβόνας και τη Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ που, με τη Συνθήκη, έχει πλέον δεσμευτική ισχύ.
Σε δήλωσή του μετά την υιοθέτηση του ψηφίσματος, ο πρόεδρος του ΕΚ, Jerzy Buzek, σημείωσε ότι "η πλειοψηφία του σώματος έκρινε ότι το κείμενο που μας παρουσίασε το Συμβούλιο δεν επιτυγχάνει τη δέουσα ισορροπία μεταξύ της ασφάλειας και της προστασίας των πολιτικών ελευθεριών και θεμελιωδών δικαιωμάτων των πολιτών".
Η εισηγήτρια του ΕΚ για το SWIFT, Jeanine Hennis-Plasschaert (Φιλελεύθεροι, Ολλανδία), σημείωσε ότι "οι κανόνες που προέβλεπε η προσωρινή συμφωνία για τη μεταφορά και φύλαξη των δεδομένων ήταν εκτός αναλογιών για το βαθμό ασφαλείας που υποτίθεται ότι προσέφερε". "Κι εγώ θέλω μια ισχυρή ΕΕ ικανή να σταθεί επάξια δίπλα στις ΗΠΑ σαν πραγματικός εταίρος" συνέχισε, προσθέτοντας ότι "η ανταλλαγή στοιχείων είναι και θα παραμείνει απαραίτητο τμήμα της μάχης κατά της τρομοκρατίας, αλλά ο πολίτης πρέπει να μπορεί εμπιστευθεί το σύστημα". "Το Συμβούλιο δε φάνηκε αρκετά δυνατό για να εξασφαλίσει την εμπιστοσύνη αυτή", κατέληξε.
Στη συζήτηση στο ΕΚ στις 10 Φεβρουαρίου και μιλώντας για το ΕΛΚ, ο Αυστριακός ευρωβουλευτής Ernst Strasser, σημείωσε ότι "στόχος μας είναι να προστατεύσουμε στον ίδιο βαθμό και την ασφάλεια και την ελευθερία", ενώ ο επικεφαλής των Σοσιαλιστών στο ΕΚ, Γερμανός ευρωβουλευτής Martin Schulz, σημείωσε ότι "η υπογραφή της συμφωνίας από τις κυβερνήσεις ήταν σφάλμα".
Η μεταβίβαση δεδομένων στις ΗΠΑ θα συνεχίσει έτσι να υπόκειται στην παλαιά συμφωνία αμοιβαίας δικαστικής συνδρομής με βάση το δίκαιο κάθε κράτους-μέλους χωριστά, ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευθεί να παρουσιάσει νέο σχέδιο συνολικής συμφωνίας το συντομότερο δυνατό.
One Stop News
Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου